Τουριστικός Οδηγός

Εκκλησίες

πίσω στην κατηγορία

Αγίας Παρασκευής

Εκκλησίες

Η Εκκλησία της Αγίας Παρασκευής

Η εκκλησία βρίσκεται στο κέντρο του ιστορικού πυρήνα της Γερμασόγειας. Η εκκλησία άρχισε να κτίζεται στις 9 Μαρτίου του 1898 και τέλειωσε το 1904. Τα εγκαίνια της έγιναν στις 19 Οκτωβρίου, 1914 από το Μητροπολίτη Μελέτειο Μεταξάκη. Η εκκλησία κατατάσσεται στις εκκλησίες «βασιλικού ρυθμού», είναι μονόκλιτη βασιλική με έντονο επηρεασμό από στοιχεία του γοτθικού ρυθμού. Είναι αφιερωμένη στην πολιούχο Άγιο της Γερμασόγειας την Αγία Παρασκευή, η μνήμη της οποίας γιορτάζεται στις 26 Ιουλίου.

 

 

 

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΑΝΕΓΕΡΣΗΣ ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ ΝΑΟΥ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ

Οι προσπάθειες ανέγερσης του ναού της Αγίας Παρασκευής ανάγονται στα τέλη  αιώνα. Συγκεκριμένα οι εργασίες άρχισαν στις 9 Μαρτίου 1898 του 19ου Η απόφαση για την ανέγερση της νέας εκκλησίας πάρθηκε, γιατί η τότε υφιστάμενη εκκλησία, της Αγίας Παρασκευής δεν μπορούσε να ανταποκριθεί στις λατρευτικές ανάγκες του χωριού το οποίο τότε είχε πληθυσμό γύρω στα 400 άτομα. Ως καταλληλότερος χώρος κρίθηκε ο σημερινός, μέρος του οποίου καταλάμβανε η μικρή παλιά εκκλησία, της οποίας κρίθηκε αναγκαίο η κατεδάφιση της.Εξ’ όσων μας πληροφορεί ο Οικονόμος Νικόλαος Μαρνέρος, από τα λεγόμενα της μητέρας του, η παλιά εκκλησία ήταν ένα δίχωρο κτίσμα του οποίου το πίσω μέρος, ο χώρος των γυναικών, ήταν κατά δέκα σκαλοπάτια χαμηλότερος από το υπόλοιπο δάπεδο της εκκλησίας με αποτέλεσμα – και λόγω του ότι οι «ράχες» των σκάμνων που κάθονταν οι άνδρες ήταν σε κάποιο ύψος – οι γυναίκες απλώς άκουαν τη Θεία Λειτουργία χωρίς να βλέπουν τον ιερέα και τους ψάλτες.

Την ευθύνη για την ανέγερση της νέας εκκλησίας ανέλαβαν οι δύο ιερείς παπα –  Χαράλαμπος Χατζηγιανακού και παπα – Χριστόφορος Πέτρου και με επιτρόπους τους Ιωάννη Χατζηευθυμίου, Δημήτρη Μονιάτη, Χριστοφή Κιννή και Ιωάννη  Παπαχαραλάμπους. Το έργο της ανέγερσης ανέλαβε ο Καϊμακλιώτης μάστορας Φιλής ο οποίος εκπόνησε και τα σχέδια της εκκλησίας. Το Καϊμακλί φημιζόταν σ’ όλη την Κύπρο για τους οικοδόμους του, των οποίων η παρουσία ήταν απαραίτητη για το κτίσιμο  των ναών, ιδίως στα χωριά της Κύπρου. Λόγω των πενιχρών οικονομικών μέσων της εκκλησίας, στην προσπάθεια  ανέγερσης, ουσιαστικό ρόλο διαδραμάτισαν οι κάτοικοι του χωριού οι οποίοι κάθε Κυριακή μετά το πέρας της Θείας Λειτουργίας, η οποία τότε γινόταν στη μικρή εκκλησία της Αγίας Χριστίνης, εθελοντικά μετέφεραν πέτρες και υλικά, ώστε οι μάστορες να εργάζονται απρόσκοπτα καθ’ όλη την εβδομάδα.Οι άνδρες κουβαλούσαν πέτρες που έκοβαν τα συνεργεία των λατόμων, οι γυναίκες κουβαλούσαν νερό από τον ποταμό και γέμιζαν τα μεγάλα πιθάρια και τα παιδιά με τα γαϊδούρια μετέφεραν άμμο και χαλίκια από την παραλία στο χώρο της εκκλησίας. Ο αρχιμάστορας Φιλής έπαιρνε μισθό 3 σελίνια την ημέρα, οι κτίστες δύο και οι εργάτες ένα (ένα σελίνι ισοδυναμούσε με εννιά γρόσια). Με βάση συμφωνία που είχε γίνει, κάθε Σάββατο που γινόταν η πληρωμή, ο παπα- Χαράλαμπος απέκοβε  ένα γρόσι έναντι κάθε σελινιού από κάθε εργαζόμενο ως συνεισφορά για την ανέγερση της εκκλησίας. Οι εργασίες της εκκλησίας κράτησαν μέχρι το 1904 και στοίχισαν στην κοινότητα £1000, υπερβολικό ποσό για την εποχή εκείνη. Η πρώτη Θεία Λειτουργία που τελέστηκε σ’ αυτή ήταν η Λειτουργία της Ανάστασης. Από επιγραφή που βρίσκεται στο βόρειο μέρος του ναού, δίπλα από τον άμβωνα και ανάμεσα σε τοιχογραφίες Αγίων διαβάζουμε ότι τα εγκαίνια της νέας εκκλησίας  έγιναν στις 19.10.1914 από το Μητροπολίτη Μελέτιο Μεταξάκη.

 

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ

Η αρχιτεκτονική της εκκλησίας, έντονα επηρεασμένη από ρυθμό Γοτθικών κτισμάτων που αφθονούν στην Κύπρο, είναι μονόκλιτη βασιλική και κτισμένη από πελεκητή πέτρα. Έντονη είναι η επίδραση των καϊμακλιωτών οικοδόμων σε όλη τη δομή του ναού, ειδίκευση που φαίνεται να κληρονόμησαν από τα χρόνια της Φραγκοκρατίας. Αυτό εύκολα μπορούμε να το διαπιστώσουμε από το πλήθος των κτισμάτων που βρίσκονται στη Λευκωσία και μεταγενέστερα στην κατασκευή των Ενετικών Τειχών. Εξωτερικά οι τοίχοι είναι φιλοτεχνημένοι με αψίδες και άλλα καλλιτεχνικά σχέδια, ενώ τα παράθυρα είναι διακοσμημένα σε όλο το πάνω μέρος τους.

 

ΣΤΕΓΗ

Η στέγη της εκκλησίας είναι πολυεπίπεδη, καμαρωσκεπής και κατασκευασμένη από πέτρα.Με το πέρασμα των χρόνων και λόγω της κακής ποιότητας των υλικών που αρχικά χρησιμοποιήθηκαν, παρουσιάστηκαν σοβαρά προβλήματα στην εκκλησία από την υγρασία. Για την άμεση επίλυση του προβλήματος και με σκοπό να αποφευχθεί  ανεπανόρθωτη ζημιά, το 1945 κατασκευάστηκε δεύτερη στέγη από κεραμίδια.

 

ΚΑΜΠΑΝΑΡΙΟ

Η κατασκευή του υπολογίζεται να άρχισε μετά την αποπεράτωση της εκκλησίας σε άγνωστο ακριβή χρόνο για μας. Το κτίσιμο του, κομψό και λιτό δένει απόλυτα με την όλη αισθητική της εκκλησίας και σύμφωνα με χειρόγραφη σημείωση που βρήκαμε στα ψηλά εξωτερικά παράθυρα, αποπερατώθηκε στις 16 Νοεμβρίου του 1910. Το αρχικό καμπαναριό ήταν κτισμένο σε τέσσερα επίπεδα σε αντίθεση με τη σημερινή του μορφή που είναι σε τρία επίπεδα. Το 1923 υπέστη σοβαρές ζημιές λόγω πτώσης ενός κεραυνού. Για την επιδιόρθωση του, που στοίχισε £40, πωλήθηκε ένα κτήμα της εκκλησίας. Γύρω στο 1970 παρουσιάστηκαν σοβαρές ζημιές στο πρώτο επίπεδο του καμπαναριού που αποτελούσε και τη βάση του. Μπροστά στον κίνδυνο της πλήρους κατάρρευσης του, η Εκκλησιαστική Επιτροπή αναθέτει σε τεχνίτες από τη Λάρνακα την επιδιόρθωση του έναντι του ποσού των £2000. Το καμπαναριό χαλάστηκε προσεκτικά, αφού πρώτα κάθε πέτρα του αριθμήθηκε. Ξανακτίστηκε με ενίσχυση από σίδερο και μπετόν κατά ένα επίπεδο λιγότερο, γιατί η ζημιά που είχε γίνει στις πέτρες ήταν ανεπανόρθωτη.

 

ΤΕΜΠΛΟ

Το τέμπλο της εκκλησίας κατασκευάστηκε το 1933 αντικαθιστώντας το πρόχειρο τέμπλο που στήθηκε με σανίδια στο αρχικό στάδιο. Είναι έργο εξαιρετικής τέχνης, κατασκευασμένο από ξύλο καρυδιάς. Το έργο της κατασκευής του ανατέθηκε στο μάστορα Αλέξανδρο Κ. Ταλιαδώρο από την Ομορφίτα έναντι του ποσού των £230. Σημειώνουμε ότι στη συμφωνία περιλαμβανόταν και η από μέρους της Εκκλησιαστικής Επιτροπής δωρεάν παραχώρηση 5 κιλών σιταριού το μήνα. Ο μάστορας Αλέξανδρος μετακόμισε με τη γυναίκα και τα δέκα παιδιά του στη Γερμασόγεια όπου παρέμεινε μέχρι την ολοκλήρωση του έργου, που κράτησε περίπου ενάμιση χρόνο. Από επιγραφή που βρίσκεται πάνω στο τέμπλο πληροφορούμαστε ότι η Εκκλησιαστική Επιτροπή, που πήρε την απόφαση για την κατασκευή του, απαρτιζόταν από τους Κυριάκο Αγαθαγγέλου, Σοφοκλή Μενελάου, Γεώργιο Κιννή, Χαράλαμπο Μιχαήλ και Παύλο Ευριπίδου.

 

ΑΓΙΟΓΡΑΦΗΣΗ

Η αγιογράφηση του ναού άρχισε το 1971 με αγιογράφο το Γεώργιο Γεωργίου τον Κύπριο και συνεχίζεται μέχρι και σήμερα. Απεικονίζονται παραστάσεις από την Καινή Διαθήκη και αρκετούς Αγίους της εκκλησίας μας. Οι παραστάσεις που έχουν αποτυπωθεί είναι βυζαντινής τεχνοτροπίας και μας συναρπάζουν. Στο βόρειο μέρος του ναού απεικονίζονται η Γέννηση και η Βάπτιση του Χριστού, ενώ στο νότιο ο Μυστικός Δείπνος και η Σταύρωση. Στο χαμηλότερο μέρος του ναού απεικονίζονται μορφές αγίων της εκκλησίας μας.

 

ΑΜΒΩΝΑΣ

Ο ξυλόγλυπτος άμβωνας που βρίσκεται ψηλά, στο βόρειο τοίχο του ναού είναι δωρεά του παπα – Χαράλαμπου Χατζηγιανακού. Την κατασκευή του ανέλαβε μάστορας από τη Διερώνα. Λόγω της έλλειψης οδικού δικτύου που να συνδέει τη Γερμασόγεια με τη Διερώνα,  τη συγκεκριμένη εποχή η μεταφορά του απετέλεσε ένα αρκετά δυσχερές έργο αφού έγινε μέσω των μονοπατιών. Τον άμβωνα μετέφεραν 8 άτομα στους ώμους τους, αφού πρώτα τον στερέωσαν πάνω σε δύο ξύλινα δοκάρια.

 

Βιβλιογραφία: ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΑΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ 1898 - 1998

 

Ένας κρυμμένος θρησκευτικός και αρχαιολογικός θησαυρός. Κυριολεκτικά κρυμμένη κάτω από το Δημοτικό Μέγαρο Γερμασόγειας βρίσκεται  η εκκλησία της Αγίας Χριστίνης, η αρχαιότερη από τις υπάρχουσες εκκλησίες της Γερμασόγειας που χρονολογείται γύρω στο 12ο εντοπισθεί παλιά εικονίσματα ανεκτίμητης ιστορικής αξίας. Η εκκλησία λειτουργεί σήμερα ως εκκλησιαστικό μουσείο. Για την ιστορία του κτιρίου δεν είναι γνωστά πολλά πράγματα, όμως υπάρχουν στοιχεία για τα τελευταία τουλάχιστον 120 χρόνια. Όταν κτίστηκε η εκκλησία ήταν ένα εντελώς ανεξάρτητο κτίριο. Σε άγνωστο χρόνο, τα νότια τεμάχια που εφάπτονται της εκκλησίας περιήλθαν στην κατοχή της Εκκλησιαστικής Επιτροπής της εκκλησίας της Αγίας Παρασκευής και χρησιμοποιήθηκαν ως κατοικία του ιερέα και αποθήκες.

Μετά το 1878 κτίστηκε στην αυλή αυτών των κτιρίων, μια μεγάλη αίθουσα που εφαπτόταν του νότιου τοίχου της εκκλησίας και λειτούργησε ως δημοτικό σχολείο του χωριού. Ως δημοτικό σχολείο και ως παράρτημα του νέου δημοτικού σχολείου, το οποίο κτίστηκε το 1928, λειτούργησε ως το 1963 οπότε, λίγο αργότερα, χαλάστηκε μαζί με υπόλοιπα κτίρια, τη θέση των οποίων κατέλαβαν το Δημοτικό Μέγαρο και ο Σύλλογος Αναγέννηση. Το 1898, λόγω του γεγονότος ότι η παλιά εκκλησία της Αγίας Παρασκευής κατεδαφίστηκε για να κτιστεί στη θέση της η νέα εκκλησία, η τέλεση της Θείας Λειτουργίας και των άλλων Μυστηρίων γινόταν στην Αγία Χριστίνη.Οι προσπάθειες για προστασία, αναστήλωση και συντήρηση της εκκλησίας άρχισαν το 1990, όταν με επιστολή του ο τότε Κοινοτάρχης Πανίκος Λουρουτζιάτης, ζήτησε από το Τμήμα Αρχαιοτήτων την προστασία και αναστήλωση της εκκλησίας. Ο τότε Διευθυντής του Τμήματος Αρχαιοτήτων, εκτιμώντας την ιστορική αξία της εκκλησίας υπέβαλε στις 31 Ιανουαρίου του 1992 σχετική πρόταση στη Βουλή των Αντιπροσώπων με αποτέλεσμα να κηρυχθεί η εκκλησία ως μνημείο Β’ Πίνακα.Αφού διασφαλίστηκε η προστασία της εκκλησίας, ξεκίνησαν οι προσπάθειες συντήρησης και αναστήλωσης της. Η δαπάνη υπολογίστηκε στις £12,000, με συνεισφορά του Δήμου Γερμασόγειας κατά το ήμισυ.

Τα έργα χωρίστηκαν σε δύο φάσεις.

Η πρώτη φάση πρόβλεπε την αφαίρεση των επιχρισμάτων των εσωτερικών τοίχων, την αποκάλυψη και τη συντήρηση των τοιχογραφιών. Η δεύτερη φάση προέβλεπε αφαίρεση των επιχρισμάτων των εξωτερικών τοίχων, αποκατάσταση και συντήρηση των εξωτερικών τοίχων, αντικατάσταση της στέγης, αφαίρεση του πατώματος και τοποθέτηση πλακόστρωτου. Παράλληλα αντικατάσταση της αλουμινένιας πόρτας με ξύλινη.

Τον Απρίλιο του 1996, συνεργείο του Τμήματος Αρχαιοτήτων, με επικεφαλής το συντηρητή αρχαιοτήτων Κύπρο Κυπριανού άρχισε εργασίες σύμφωνα με τις προβλέψεις της πρώτης φάσης. Οι εργασίες έφεραν στο φως πέραν των τοιχογραφιών και αρκετά στοιχεία της ιστορίας της εκκλησίας που ήταν μέχρι τότε άγνωστα. Τον Ιούνιο του 1996 συνεργείο του Τμήματος Αρχαιοτήτων άρχισε εργασίες αναστήλωσης και συντήρησης του κτιρίου και ανάπλασης του εξωτερικούχώρου με βάση σχέδιο που εκπονήθηκε με τα νέα στοιχεία που είδαν το φως. Κατά τις εργασίες αποκαλύφτηκαν και διασώθηκαν σε μεγάλο βαθμό τοιχογραφίες του 14ου – 15ου Παρασκευής με τον Ιησού Χριστό στην αγκαλιά της, μικρό μέροςτης τοιχογραφίας του Αρχαγγέλου Μιχαήλ και του Αγίου Γεωργίου καθήμενου επί αλόγου.

Εκτός από τα πιο πάνω, βρέθηκαν υπόλοιπα τοιχογραφιών σ’ όλους τους τοίχους της εκκλησίας, γεγονός που μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ολόκληρη η εκκλησία ήταν ζωγραφισμένη.Μετά την ανεύρεση και αξιολόγηση της αξίας των παλιών εικονισμάτων, το τότε Δημοτικό Συμβούλιο Γερμασόγειας αποφάσισε αφενός την άμεσησυντήρηση και προστασία των εικονισμάτων και αφετέρου τη διαμόρφωση της Αγίας Χριστίνης ως εκκλησιαστικού Μουσείου με κύρια εκθέματα τα ανευρεθέντα εικονίσματα, μαζί με κάποια άλλα από την εκκλησία της Αγίας Παρασκευής σε συνδυασμό και με τις τοιχογραφίες.Σημαντική θεωρείται και η Αγία Τράπεζα της εκκλησίας της Αγίας Χριστίνης που αποτελείται από μια μικρή κολώνα ύψους 62 εκατοστών, περιφέρειας 148 εκατοστών με μια τετράγωνη πλάκα από πάνω της. Σύμφωνα με πληροφορίες που δίδει ο Σϊμος Μέναδρος, αυτή η μικρή κολώνα προήλθε από την περιοχή του Αγίου Γεωργίου γνωστή και ως Παλιομονάστηρο. Η δυσανάγνωστη επιγραφή που βρίσκεται σ’ αυτή την κολώνα μεγαλώνει την ιστορική της αξία, γιατί είναι επιγραφή των πρώτων χριστιανικών χρόνων, γεγονός που οδηγεί στο συμπέρασμα ότι στους χρόνους αυτούς υπήρχε οργανωμένη ζωή στην περιοχή. Προκειμένου να επισκεφθεί κάποιος την εκκλησία της Αγίας Χριστίνης θα πρέπει να αποταθεί στο Δήμο Γερμασόγειας.Ευχαριστίες στον κ. Χάρη Παναγιώτου για τη συγγραφή και παραχώρηση του πιο πάνω άρθρου. αιώνα, όπως της Αγίας Χριστίνης, μέρος της τοιχογραφίας της Αγίας

Φωτογραφίες

Εικονικές Περιηγήσεις

Χάρτης

Powered by Technomart